Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Μια κούκλα για την αδερφή μου!





Βρέθηκα σε ένα κατάστημα, στο διάδρομο με τα παιχνίδια. Με την άκρη του ματιού μου, παρατήρησα ένα αγοράκι γύρω στα πέντε, το οποίο κρατούσε μια κούκλα. Δε σταματούσε να της χαϊδεύει τα μαλλιά και να τη σφίγγει προσεκτικά πάνω του. Αναρωτήθηκα για ποιον προοριζόταν αυτή η κούκλα.
Το αγοράκι γύρισε κάποια στιγμή προς την κυρία που βρισκόταν πλάι του: «Θεία μου, είσαι σίγουρη ότι δε μου φτάνουν τα λεφτά;» Η γυναίκα του απάντησε χάνοντας κάπως την υπομονή της: «Είπαμε ότι δεν έχεις αρκετά λεφτά για να την αγοράσεις.» Έπειτα, η θεία του του ζήτησε να μείνει εκεί και να τον περιμένει για λίγο, κι εκείνη έφυγε βιαστικά. Το αγοράκι κρατούσε ακόμη στα χέρια του την κούκλα. Τελικά, κατευθύνθηκα προς το παιδί και το ρώτησα σε ποιον ήθελε να δώσει την κούκλα. «Αυτή την κούκλα την ήθελε η αδερφή μου περισσότερο από καθετί για τα Χριστούγεννα. Ήταν σίγουρη ότι θα της την έφερνε ο Άι-Βασίλης.» Του είπα τότε ότι μπορεί και να της την έφερνε, κι εκείνο μου είπε θλιμμένο: «Όχι, ο Άι-Βασίλης δεν μπορεί να πάει εκεί που είναι τώρα η αδερφή μου... Πρέπει να δώσω την κούκλα στη μαμά μου να της την πάει.» Τα μάτια του ήταν πολύ θλιμμένα ενώ έλεγε αυτά τα λόγια. «Πήγε να συναντήσει τον Χριστούλη. Ο μπαμπάς λέει ότι και η μαμά θα πάει να συναντήσει το Χριστούλη σε λιγάκι. Έτσι, σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να πάρει την κούκλα μαζί της και να την πάει στην αδερφούλα μου.» Η καρδιά μου πήγε να σταματήσει. Το αγοράκι σήκωσε το βλέμμα προς εμένα και μου είπε: «Είπα στον μπαμπά να πει στη μαμά να μη φύγει αμέσως. Ζήτησα να περιμένει μέχρι να γυρίσω από το μαγαζί.» Μετά, μου έδειξε μία φωτογραφία που απεικόνιζε το ίδιο το αγοράκι μέσα στο κατάστημα να κρατάει την κούκλα, και μου είπε: «Θέλω η μαμά να πάρει κι αυτή τη φωτογραφία μαζί της, για να μη με ξεχάσει. Την αγαπάω τη μαμά και δε θέλω να μ'αφήσει, αλλά ο μπαμπάς λέει ότι πρέπει να πάει μαζί με την αδερφούλα μου.» Ύστερα, χαμήλωσε το κεφάλι του κι έμεινε σιωπηλό. Έψαξα στην τσάντα μου κι έβγαλα από μέσα ένα μάτσο χαρτονομίσματα και ρώτησα το αγοράκι: «Τι λες να μετρήσουμε τα λεφτά σου μια τελευταία φορά για να σιγουρευτούμε;» «Εντάξει, όμως πρέπει να βγουν αρκετά.» Έριξα κρυφά κάποια χρήματα μαζί με τα δικά του και αρχίσαμε το μέτρημα. Έφταναν με το παραπάνω για την κούκλα. Περίσσευαν κιόλας αρκετά. Το αγοράκι ψιθύρισε: «Ευχαριστώ Χριστούλη που μου έδωσες αρκετά λεφτά.» Έπειτα με κοίταξε και είπε: «Είχα ζητήσει από το Χριστούλη να κάνει να έχω αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω την κούκλα και η μαμά μου να μπορεί να την πάει στην αδερφούλα μου. Εκείνος άκουσε την προσευχή μου. Ήθελα να έχω αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω και ένα λευκό τριαντάφυλλο για τη μαμά, όμως δεν τόλμησα να του το ζητήσω. Εκείνος μου έδωσε αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω την κούκλα και το λευκό τριαντάφυλλο. Ξέρετε, αρέσουν πολύ τα λευκά τριαντάφυλλα στη μαμά...» Λίγα λεπτά αργότερα, η θεία του ξαναγύρισε, κι εγώ απομακρύνθηκα σπρώχνοντας το καροτσάκι μου. Τελείωνα τα ψώνια μου με ένα συναίσθημα εντελώς διαφορετικό από ότι όταν τα άρχιζα. Δεν μπορούσα να βγάλω απ'το μυαλό μου το αγοράκι. Μετά θυμήθηκα ένα άρθρο στην εφημερίδα, λίγες μέρες πριν, που μιλούσε για έναν οδηγό σε κατάσταση μέθης που είχε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε μια νεαρή γυναίκα με την κόρη της. Το κοριτσάκι είχε πεθάνει ακαριαία και η μητέρα ήταν σοβαρά τραυματισμένη. Η οικογένεια έπρεπε να αποφασίσει εάν θα της διέκοπταν την αναπνευστική στήριξη... Να ήταν άραγε η οικογένεια του μικρού αγοριού; Δυο μέρες μετά, διάβασα στην εφημερίδα ότι η νεαρή γυναίκα ήταν νεκρή. Δεν μπόρεσα να μην πάω ν'αγοράσω ένα μπουκέτο λευκά τριαντάφυλλα και να βρεθώ στην αίθουσα όπου εκθέταν τη σωρό της. Ήταν εκεί και κρατούσε ένα όμορφο λευκό τριαντάφυλλο στο χέρι της, μαζί με μία κούκλα και τη φωτογραφία του μικρού αγοριού από στο κατάστημα. Έφυγα από την αίθουσα κλαίγοντας και με την αίσθηση ότι η ζωή μου θα άλλαζε για πάντα. Η αγάπη που είχε αυτό το αγοράκι για τη μαμά του και την αδερφή του ήταν τόσο μεγάλη, και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου ένας μεθυσμένος οδηγός του τα πήρε όλα μακριά....ίσως να επαναπροσδιορίσεις μέσα του την αντίληψή του περί ζωής...!
πηγή

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Οι 238 Αρετές και τα 298 Πάθη που αναφέρονται στις θείες Γραφές. (Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός )



Κατάλογος των αρετών


Οι αρετές λοιπόν είναι οι εξής: Φρόνηση, σωφροσύνη, ανδρεία, δικαιοσύνη, πίστη, ελπίδα, αγάπη, φόβος, ευσέβεια, γνώση, βουλή, ισχύς, σύνεση, σοφία, συντριβή, πένθος, πραότητα, έρευνα των θείων Γραφών, ελεημοσύνη, καθαρότητα καρδιάς, ειρήνη, υπομονή, εγκράτεια, καρτερία, αγαθή προαίρεση, πρόθεση, αίσθηση, επιμέλεια, στήριξη στο Θεό, θέρμη, εγρήγορση, πνευματική φλόγα, μελέτη, προθυμία, νήψη, μνήμη, περισυλλογή, ευλάβεια, αιδώς, εντροπή, μεταμέλεια, αποχή από τα κακά, μετάνοια, επιστροφή στο Θεό, σύνταξη με το Χριστό, απάρνηση του διαβόλου, τήρηση των
εντολών, φρούρηση της ψυχής, καθαρότητα της συνειδήσεως, μνήμη θανάτου, πόνος ψυχής, εργασία των καλών, κόπος, μόχθος, σκληραγωγία, νηστεία, αγρυπνία, πείνα, δίψα, ολιγάρκεια, αυτάρκεια, ευταξία, κοσμιότητα, σεμνότητα, απουσία αλαζονείας, περιφρόνηση των χρημάτων, αφιλαργυρία, απάρνηση των βιοτικών, υποταγή, υπακοή, ευπείθεια, φτώχεια, ακτημοσύνη, φυγή του κόσμου, κόψιμο των θελημάτων, απάρνηση του εαυτού, συμβουλή, μεγαλοψυχία, κατά Θεόν σχολή, ησυχία, παίδευση, ύπνος καταγής, αλουσία, φιλακολουθία, αγώνας, προσοχή, ξηροφαγία, ανεπαρκές ντύσιμο, λιώσιμο του σώματος από την άσκηση, μόνωση, ηρεμία, γαλήνη, ευθυμία, θάρρος, τόλμη, θείος ζήλος, καιόμενη καρδιά, προκοπή, μωρία για το Χριστό, φύλαξη του νου, ευταξία των ηθών, οσιότητα, παρθενία, αγιασμός, καθαρότητα του σώματος, αγνότητα της ψυχής, ανάγνωση για το Χριστό, θεία μέριμνα, επίγνωση, επιτηδειότητα, αλήθεια, απουσία περιέργειας, ακατακρισία, συγχώρηση των σφαλμάτων των άλλων, οικονομία, επιδεξιότητα, οξύνοια, επιείκεια, ορθή μεταχείριση των πραγμάτων, επιστήμη, ευφυΐα, εμπειρία, ψαλμωδία, προσευχή, ευχαριστία, εξομολόγηση, ικεσία, γονυκλισία, παράκληση, δέηση, αίτηση, συνομιλία με το Θεό, υμνωδία, δοξολογία, εξαγόρευση, φροντίδα της ψυχής, θρήνος, θλίψη, οδύνη, αδημονία, οδυρμός, στεναγμός, κλάμμα, επίπονα δάκρυα, κατάνυξη, σιωπή, αναζήτηση του Θεού, θρηνητική κραυγή, αμεριμνία για όλα, ανεξικακία, ακενοδοξία, αφιλοδοξία, απλότητα της ψυχής, συμπάθεια, αποφυγή επιδείξεως, χρηστοήθεια, τα κατά φύση έργα, τα υπέρ φύση έργα, φιλαδελφία, ομόνοια, κατά Θεόν συναναστροφή, γλυκύτητα, πνευματική διάθεση, ημερότητα, ευθύτητα, ακακία, ηπιότητα, ακεραιότητα, απλότητα, έπαινος του πλησίον, καλολογία, καλοεργία, προτίμηση του πλησίον, κατά Θεόν στοργή, ενάρετη έξη, επιμονή στην αρετή, στερέωση την αρετή, ευγνωμοσύνη, ταπείνωση, απουσία εμπαθών κλίσεων, μεγαλοσύνη, ανοχή, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθότητα, διάκριση, προσιτότητα, καταδεκτικότητα, αταραξία, θεωρία, οδηγία, σταθερότητα, διόραση, απάθεια, πνευματική χαρά, έλλειψη σφαλμάτων, δάκρυα της συνέσεως, ψυχικό δάκρυ, θείος πόθος, οικτιρμός, ευσπλαχνία, φιλανθρωπία, καθαρότητα ψυχής, καθαρότητα του νου, προόραση, καθαρή προσευχή, λογισμός που δεν αιχμαλωτίζεται, αντοχή, δραστηριότητα ψυχής και σώματος, φωτισμός, ανόρθωση της ψυχής, μίσος της ζωής, ορθή διδασκαλία, αγαθός πόθος θανάτου, νηπιότητα εν Χριστώ, εδραίωση, νουθεσία και παρακίνηση, άσκηση με μέτρο αλλά και βία, αξιέπαινη αλλοίωση, έκσταση προς το Θεό, τελειότητα εν Χριστώ, γνήσια έλλαμψη, θείος έρωτας, αρπαγή του νου, ενοίκηση Θεού, φιλοθεΐα, εσωτερική φιλοσοφία, θεολογία, ομολογία, καταφρόνηση του θανάτου, αγιοσύνη, επίτευξη του σκοπού, τέλεια υγεία της ψυχής, αρετή, έπαινος από το Θεό, χάρη, θεία βασιλεία και υιοθεσία· όλες μαζί 238.




Κατάλογος των παθών


Το να γίνει κανείς θέσει θεός επιτυγχάνεται με τη χάρη του Θεού που μας δίνει τη νίκη κατά των παθών, των οποίων τα ονόματα, όπως νομίζω, είναι τα εξής.


Αγριότητα, πανουργία, πονηρία, κακή διάθεση, αλογία, ακολασία, δελεασμός, αφυΐα, ανεπιστημοσύνη, αεργία, πνευματική ψυχρότητα, ηλιθιότητα, κολακεία, μωρία, παραλογία, απώλεια φρενών, παραφροσύνη, αγένεια, θράσος, δειλία, νάρκη, αργία των καλών, πλημμέλημα, πλεονεξία, μειονεξία, άγνοια, άνοια, ψεύτικη γνώση, λησμοσύνη, αδιακρισία, αναισθησία, αδικία, κακή προαίρεση, ασυνείδητη ψυχή, νωθρότητα, φλυαρία, υπαναχώρηση, σφάλμα, αμαρτία, ανομία, παρανομία, πάθος, αιχμαλωσία, κακή συγκατάθεση, παράλογος συνδυασμός με τους κακούς λογισμούς, δαιμονική προσβολή, καθυστέρηση στο κακό, υπερβολική ανάπαυση του σώματος, κακία, φταίξιμο, ασθένεια ψυχής, ατονία, αδυναμία του νου, αμέλεια, ραθυμία, αξιόμεμπτη αθυμία, καταφρόνηση του Θεού, παραστράτημα, παράβαση, απιστία, δυσπιστία, κακοπιστία, ολιγοπιστία, αίρεση, συμφωνία με αιρετικούς, πολυθεΐα, ειδωλολατρία, αγνωσία Θεού, ασέβεια, μαγεία, παρατήρηση οιωνών, μαντεία, γήτευμα, άρνηση, συμμετοχή σε μανιώδεις ειδωλολατρικές τελετές, ακράτεια, σπατάλη, ρητορισμός, οκνηρία, φιλαυτία, απροσεξία, έλλειψη προκοπής, απάτη, πλάνη, τόλμη, χρήση μαγικών φαρμάκων, μιαρότητα, κατανάλωση μιαρών τροφών, τρυφή, ασωτία, γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, οργή, λύπη, ακηδία, κενοδοξία, υπερηφάνεια, μεγάλη ιδέα, έπαρση, αλαζονεία, ύβρη του θείου, αισχρότητα, κόρος, ματαιοδοξία, νυσταγμός, ηδονή, απληστία, λαιμαργία, αχορτασιά, λαθροφαγία, πολυφαγία, αποφυγή του κοινοβιακού γεύματος, αδιαφορία, ευκολία στο κακό, αυτοβουλία, αβουλία, αυταρέσκεια, ανθρωπαρέσκεια, απειρία του καλού, απαιδευσία, ανεπιτηδειότητα, ελαφρότητα γνώμης, αμάθεια, χωριατιά, αντιλογία, φιλονεικία, κακολογία, κραυγή, ταραχή, μάχη, θυμός, άλογη επιθυμία, χολή, παροξυσμός, σκάνδαλο, έχθρα, πολυπραγμοσύνη, συκοφαντία, πικρία, καταλαλιά, ψόγος, διαβολή, κατάκριση, κατηγορία, μίσος, λοιδορία, υβρεολόγια, ατιμία, αγριότητα, μανία, αυστηρότητα, αψιθυμία, επιορκία, όρκος, ανελεημοσύνη, μισαδελφία, ανισότητα, πατροκτονία, μητροκτονία, φαγοπότι, παραλυσία, δωροληψία, κλοπή, αρπαγή, ζήλεια, εριστικότητα, φθόνος, απρέπεια, χλευασμός, ονειδισμός, μυκτηρισμός, περιγέλασμα, επινόηση τρόπων για βλάβη του άλλου, καταδυνάστευση, καταφρόνηση του πλησίον, μαστίγωση, εμπαιγμός, αγχόνη, πνιγμός, αστοργία, αδιαλλαξία, παράβαση των συνθηκών, βασκανία, απανθρωπιά, αναίδεια, αναισχυντία, αιχμαλωσία, σκοτισμός των λογισμών, αβλεψία, τύφλωση, εμπαθής προσκόλληση στα πρόσκαιρα, εμπάθεια, ματαιότητα, απείθεια, ζάλη, νυσταγμός ψυχής, πολυυπνία, φαντασία, πολυποσία, μέθη, αχρηστία, χαυνότητα, παράλογη τέρψη, φιληδονία, λαγνεία, αισχρολογία, θηλυπρέπεια, ακόλαστος οίστρος, πύρωση, μαλθακότητα, εκμαύλιση, μοιχεία, αρσενοκοιτία, κτηνοβασία, μολυσμός, ασέλγεια, κηλίδωση της ψυχής, αιμομιξία, ακαθαρσία, μαγαρισμός, μιασμός, ιδιαίτερη φιλία, γέλιο, παιχνιδισμοί, χορός, χτυπήματα χεριών και ποδιών, άπρεπα τραγούδια, χορευτικές κινήσεις, μουσική, παρρησία, συχνή αλλαγή μονής, ανυποταξία, ακαταστασία, αξιόμεμπτη ομόνοια, επιβουλή, πόλεμος, φόνος, λησταρχία, ιεροσυλία, αισχροκέρδεια, τόκος, δόλος, τυμβωρυχία, σκληροκαρδία, δυσφήμηση, γογγυσμός, βλασφημία, μεμψιμοιρία, αχαριστία, κακοβουλία, ολιγωρία, μικροψυχία, σύγχυση, ψευδολογία, αργολογία, ματαιολογία, άλογη χαρά, μετεωρισμός, άλογη φιλία, κακοήθεια, κενολογία, μωρολογία, πολυλογία, τσιγγουνιά, μοχθηρία, ακαταδεξία, αγανάκτηση, πολυκτημοσύνη, μνησικακία, κακή χρησιμοποίηση των πραγμάτων, διαφθορά, φιλοζωία, κομπασμός, φαντασιοπληξία, φιλαρχία, υποκρισία, ειρωνεία, υπουλότητα, ευτραπελία, ήττα, σατανικός έρωτας, περιέργεια, αφορμές δυσαρέσκειας, αφοβία Θεού, παρακοή, αγνωμοσύνη, υψηλοφροσύνη, καύχηση, φυσίωση, εξουδένωση του πλησίον, ασπλαχνία, αναλγησία, έλλειψη ελπίδας, χαλάρωση, μίσος κατά του Θεού, απόγνωση, αυτοκτονία, και μέσω όλων αυτών η έκπτωση από το Θεό και η τέλεια απώλεια. Όλα τα παραπάνω είναι 298.




Αυτά λοιπόν τα πάθη βρήκα να αναφέρονται στις θείες Γραφές και τα παρέθεσα εδώ, όπως έκανα με τους τίτλους των βιβλίων στην αρχή του λόγου. Δεν μπόρεσα, μα ούτε και επιχείρησα να τα κατατάξω, γιατί αυτό υπερβαίνει τις δυνάμεις μου, για το λόγο που είπε ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Θα ζητήσεις, λέει η Γραφή, σύνεση στους κακούς και δε θα βρείς"(Παροιμ. 14, 6). Γιατί στους δαίμονες όλα είναι άτακτα.




Ένα μόνο σκοπό έχουν, στον οποίο συμφωνούν οι ασύμφωνοι και ανόσιοι: να οδηγήσουν στην απώλεια τις ψυχές εκείνων που δέχονται την ολέθρια συμβουλή τους. Αν και σε άλλους ανθρώπους προξενούν στεφάνια, όταν δηλαδή τους νικήσουν εκείνοι που ελπίζουν στον Κύριο με την πίστη και την υπομονή, και που με την εργασία των καλών και την αντίσταση στους λογισμούς αντιπράττουν και προσεύχονται εναντίον τους».
----------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 178-180)
πηγή

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Πως προέκυψε η φράση «το μ.... σέρνει καράβι»





Πριν γίνει ο ισθμός της Κορίνθου, για να έκανε κάποιος το ταξίδι Πειραιάς-Πάτρα θα έπρεπε να κάνει τον γύρο της Πελοποννήσου. Για να κόψουν δρόμο, έβγαζαν τα πλοία στο στενό του Ισθμού και βάζοντας μεγάλα ξύλα από κάτω, έσερναν το πλοίο πάνω στο γη μέχρι να το βγάλουν από τον Κορινθιακό κόλπο.



Φυσικά όλη αυτή η διαδικασία ήθελε αρκετές μέρες και ήταν πάρα πολύ κουραστική για τους ναυτικούς που το τραβούσαν.

Όμως σε αυτό το στενό κομμάτι της γης υπήρχαν πάρα πολλοί οίκοι ανοχής. Έτσι λοιπόν οι ναυτικοί, παρόλο που κουράζονταν, προτιμούσαν να σέρνουν το καράβι και να πηγαίνουν στους οίκους ανοχής παρά να κάνουν τον κύκλο.

Έτσι λοιπόν οι ντόπιοι έβγαλαν την φράση ότι «το μ...ί σέρνει καράβι»

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Νηστεύω γιατί πρέπει;







Αυτή η Άννα, πολύ ιδιαίτερο κορίτσι. Τι κορίτσι δηλαδή, 26 χρονών γυναίκα είναι, αλλά για μένα τον εργοδότη της που πενηνταπενταρίζω (μεταξύ μας αυτό…) έχει την ηλικία της κόρης μου.
Από την αρχή, όταν ήρθε για τη συνέντευξη, την συμπάθησα. Οι άλλοι υποψήφιοι έμπαιναν μες στο γραφείο μου με έναν αέρα σχεδόν αλαζονικό που ήταν και ψεύτικος. Από πού το καταλάβαινα; Από την ιδρωμένη τους παλάμη βέβαια!
Πίσω στην Άννα τώρα. Αυτή, θυμάμαι, μπήκε μέσα ήρεμη και χαμογελαστή, συνεσταλμένη και παράλληλα έχοντας μια σεμνή σιγουριά για τις δυνάμεις της. Ωραίος τύπος, εξίσου ωραίο βιογραφικό, την προσέλαβα.


Ήμουν πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά και την συμπεριφορά της, όταν άρχισα να παρατηρώ κάποια πράγματα ασυνήθιστα. Αποφασίσαμε, ας πούμε, να βγούμε ένα Σάββατο όλα τα παιδιά από το γραφείο για ποτό. Όλοι είχαμε φτάσει στο δεύτερο και στο τρίτο ποτό όταν συνειδητοποίησα πως εκείνη έπινε ακόμα,αργά αλλά όχι και σταθερά, το ίδιο ποτήρι κρασί που ξεκίνησε απ’ την ώρα που φτάσαμε στο μαγαζί. Και σαν να μην έφτανε αυτό, λίγο μετά τις 12 σηκώθηκε και είπε «Εμένα με συγχωρείτε, αλλά πρέπει να φύγω. Ευχαριστώ για την παρέα». Όλοι επιμείναμε να καθίσει κι άλλο μαζί μας αλλά εκείνη απέκρουσε ευγενικά τις προτάσεις μας, πλήρωσε κι έφυγε. Εγώ κι η γυναίκα μου κοιταχτήκαμε. «Τόσο νωρίς;» μου είπε όταν πήγαμε σπίτι. «Μήπως δεν πέρασε καλά; Σάββατο βράδυ είναι, λες κι έχει να κάνει τίποτα αύριο…».

Λίγες μέρες μετά, σ’ένα διάλειμμα κατεβήκαμε με την Άννα για πρώτη φορά μαζί στο κυλικείο. Θυμάμαι πως ήταν Παρασκευή, γιατί τις Παρασκευές τρώω ελαφρά, αφού το βράδυ κάνουμε το τραπέζι στην κόρη μου και το αγόρι της που συζούν στην απέναντι πολυκατοικία. Εγώ αγόρασα το γνωστό περιποιημένο σαντουιτσάκι μου με το σαλάμι (κι ας φωνάζει η γυναίκα μου για τη χοληστερίνη). Πλήρωνα, ενώ η Άννα κοιτούσε ακόμα τη βιτρίνα με τα φαγώσιμα και τελικά ζήτησε μόνο «έναν ελληνικό καφέ διπλό κι ένα κουλούρι με σουσάμι, σας παρακαλώ».

-Κορίτσι μου, πάρε κάτι ακόμα να σε πιάσει. Μ’ένα κουλούρι θα τη βγάλεις ως το μεσημέρι;
-Ευχαριστώ κύριε Γεωργίου αλλά είμαι εντάξει, έφαγα και το πρωί.
-Όχι Αννούλα,δεν ακούω τίποτα. Κωστή, πιάσε ένα σάντουιτς σαν το δικό μου για το κορίτσι.
-Αλήθεια κύριε Γεωργίου, δεν χρειάζομαι κάτι άλλο, ευχαριστώ!
-Σε παρακαλώ,μην με προσβάλεις. Είναι κερασμένο από μένα.
-Ξέρετε, δεν είναι για τα λεφτά, απλά…
-Έλα,δεν θα με προσβάλεις, παρ’ το.      

Η κοπέλα κοκκίνισε,ευχαρίστησε και το πήρε. Ωστόσο είδα πως το φύλαξε στην τσάντα της κι έφαγε μόνο ό,τι παρήγγειλε η ίδια. Κρίνοντας από αυτά τα περιστατικά αλλά κι από την εμφάνισή της (ντύνεται φροντισμένα, δεν λέω,αλλά συντηρητικά βρε παιδί μου…) άρχισαν να μου μπαίνουν υποψίες ότι η Άννα είναι της Εκκλησίας. Ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι η Άννα νήστευε γιατί, επίτηδες πια, παρατηρούσα τις επιλογές της στο κυλικείο. Ακόμα κι ο καφές της,που τις υπόλοιπες εργάσιμες είχε γάλα,όλως εξαιρέτως τις Τετάρτες και τις Παρασκευές γινόταν…νηστίσιμος. Οι υποψίες μου βγήκαν αληθινές (μα ποιος είμαι τέλος πάντων; Ο Σέρλοκ Χολμς της Θεσσαλονίκης;) όταν ένα παιδί από το γραφείο συμψηφισμού, ο Αντρέας, μας έφερε γλυκά για τη γιορτή του. Η Άννα του ευχήθηκε πολύ ζεστά αλλά γλυκό δεν πήρε. Στα παράπονά του, η απάντησή της ήταν «Σ’ευχαριστώ, σαν να πήρα». Και τότε ο Αντρέας έκανε την ερώτηση που όλοι περιμέναμε: «Μήπως νηστεύεις;». Εκείνη δίστασε λίγο κι έπειτα είπε πολύ απλά «ναι». Τίποτα άλλο.

Τόση ώρα σας μιλάω κι ακόμα δεν ξέρετε πολλά για μένα. Είμαι παιδί (παιδί, που λέει ο λόγος…) της εργατικής τάξης,στα νιάτα μου σπούδασα οικονομικά και στο κεφάλι μου, εκτός από μια μακριά κοτσίδα, είχα μια ιδεολογία αριστερή,στην οποία ο Θεός για τον Οποίο μου ‘χε πει κάποτε η μάνα μου δεν χωρούσε. Μεγαλώνοντας έγινα ένας πετυχημένος αυτοδημιούργητος καπιταλιστής, όμως οι μικροαστικές συνήθειες της μάνας μου,όπως οι νηστείες,συνέχισαν να μένουν μακριά από τη ζωή μου. Ειδικά με τη νηστεία είχα πάντα πρόβλημα. Ποτέ δεν μπόρεσα να την καταλάβω. Εντάξει, δεν το έψαξα και πολύ το θέμα, αλλά…

Τέλος πάντων, δεν μπορούσα να χωνέψω ότι ένα κορίτσι μορφωμένο και σύγχρονο σαν την Άννα έχει τις ίδιες συνήθειες με τη μάνα μου. Την επόμενη μέρα, Τετάρτη, κατέβηκα εσκεμμένα μαζί της στο κυλικείο. Αγοράσαμε δύο διαφορετικά δεκατιανά,ένα αρτύσιμο κι ένα νηστίσιμο αντίστοιχα κι εγώ της πρότεινα να δοκιμάσει από το δικό μου. Στην ευγενική της άρνηση, παίρνοντας το αθωότερο ύφος του κόσμου τη ρώτησα: «Γιατί;Νηστεύεις;». Εκείνη με κοίταξε ξαφνιασμένη και για δεύτερη φορά σε δυο μέρες παραδέχτηκε πως ναι, νήστευε. Και τότε -το ομολογώ- ασυναίσθητα έγινα εριστικός.

-Και πας και Εκκλησία κάθε Κυριακή;
Η κοπέλα δεν περίμενε αυτό το ύφος από μένα. Παρέμεινε όμως ήρεμη.
-Ναι, πάω.
-Κι ο Θεός σου δηλαδή αγαπάει μόνο αυτούς που νηστεύουν; Γι’αυτό νηστεύεις κι εσύ; Εμάς που δεν νηστεύουμε δεν μας θέλει, δε μας αγαπάει;
-Όλους τους αγαπάει κύριε Γεωργίου. Τους θεωρεί όλους παιδιά Του και τους αγαπάει όλους το ίδιο,κανέναν δεν ξεχωρίζει.
-Και τότε γιατί νηστεύεις;
Η κοπέλα, με μια ολύμπια ηρεμία, με κοίταξε στα μάτια και με ρώτησε:
-Κύριε Γεωργίου, έχετε μια όμορφη οικογένεια,έτσι δεν είναι; Εννοώ την γυναίκα και την κόρη σας.
Ήταν η σειρά μου να εκπλαγώ.
-Ναι, αλλά τι θες να πεις μ’αυτό;
-Αγαπάτε τη γυναίκα σας;
-Ναι, βέβαια.
-Την κόρη σας;
-Φυσικά και την αγαπώ.
-Εκείνες σας αγαπούν;
-Εννοείται.
-Υποθέτω λοιπόν, ότι όταν η γυναίκα σας ζητά κάτι, π.χ. αφού τελειώνετε τον καφέ σας να βάζετε το φλυντζάνι στο νεροχύτη. Αν υποθέσουμε ότι εσείς δεν κάνετε αυτή την μικρή χάρη στη σύζυγό σας, θα πάψει να σας αγαπά;
- Φυσικά και όχι.
- Αν όμως εσείς ακόμα κι αν είστε κουρασμένος, κάνετε το χατίρι της, δηλαδή μια μικρή θυσία για εκείνη που αγαπάτε, επειδή σας το ζητά, σίγουρα δεν θα είναι νοιώσει ευχαριστημένη;
-Ναι, σίγουρα!
-Έτσι λοιπόν και ο Θεός είτε νηστέψουμε είτε, όχι μας αγαπά, αλλά εγώ, επειδή αγαπάω τον Θεό, που αλλιώς Τον λένε Χριστό-μιλάμε για το Ίδιο πρόσωπο, θέλω να κάνω μια πολύ μικρή θυσία, επειδή μου το ζητά. Και φυσικά ο Θεός δεν έχει ανάγκη τη δική μου νηστεία,αλλά πιστεύω πως είναι Πάνσοφος, γι’ αυτό προσπαθώ να κάνω αυτό που μου ζητά. Γιατί Τον αγαπώ και ξέρω ότι κι Εκείνος μ’αγαπά.

Ένιωσα ντροπή μπροστά σ’αυτήν την κοπέλα που μπροστά στη δική μου πονηριά κι εριστικότητα αντέταξε την ηρεμία,την απλότητα και την ειλικρίνειά της. Έφυγα χωρίς να πω τίποτα...   

Ελευθερία Μπάτσιαρη
ΔΕΚ. 2011
ΤΡΙΚΟΡΦΟ ΦΩΚΙΔΟΣ

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

Τι σημαίνουν οι λαϊκές εκφράσεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά;


Χρωστάει της Μιχαλούς: Η λαϊκή έκφραση συνδέεται με τη μετεπαναστατική ζωή στο Ναύπλιο, πρωτεύουσα τότε της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, μετά την επανάσταση του 21 υπήρχε στο Ναύπλιο μια ταβέρνα που ανήκε σε μια γυναίκα, τη Μιχαλού. Η Μιχαλού είχε το προτέρημα να κάνει «βερεσέδια» αλλά υπό προθεσμία. Μόλις εξαντλείτο η προθεσμία – και η υπομονή της – στόλιζε τους χρεώστες της με «κοσμητικότατα» επίθετα. Όσοι τα άκουγαν, ήξεραν καλά ότι αυτός που δέχεται τις «περιποιήσεις» της «χρωστάει της Μιχαλούς».

Έφαγα χυλόπητα: Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους.

Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα – και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί.

Μυρίζω τα νύχια μου: Η φράση προέρχεται από την αρχαία τελετουργική συνήθεια, κατά την οποία οι ιέρειες των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σ’ ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν καθώς τα έφερναν κατόπιν κοντά στη μύτη τους και μ’ αυτό τον τρόπο έπεφταν σ’ ένα είδος καταληψίας κατά την οποία προμάντευαν τα μελλούμενα.

Τρώει τα νύχια του για καυγά: Ένα από τα αγαπημένα θεάματα των Ρωμαίων και αργότερα των Βυζαντινών, ήταν η ελεύθερη πάλη. Οι περισσότεροι από τους παλαιστές, ήταν σκλάβοι, που έβγαιναν από το στίβο με την ελπίδα να νικήσουν και να απελευθερωθούν. Στην ελεύθερη αυτή πάλη επιτρέπονταν τα πάντα γροθιές, κλωτσιές, κουτουλιές, ακόμη και το πνίξιμο. Το μόνο που απαγορευόταν αυστηρά ήταν οι γρατζουνιές. Ο παλαιστής έπρεπε να νικήσει τον αντίπαλό του, χωρίς να του προξενήσει την παραμικρή αμυχή με τα νύχια, πράγμα , βέβαια, δυσκολότατο.
Γιατί τα νύχια των δυστυχισμένων σκλάβων, που έμεναν συνέχεια μέσα στα κάτεργα, ήταν τεράστια και σκληρά από τις βαριές δουλειές που έκαναν. Γι’ αυτό λίγο προτού βγουν στο στίβο, άρχιζαν να τα κόβουν, όπως μπορούσαν, με τα δόντια τους. Από το γεγονός αυτό βγήκε κι η φράση «τρώει τα νύχια του για καβγά».

Μάλλιασε η γλώσσα μου: Στη βυζαντινή εποχή υπήρχαν διάφορες τιμωρίες, ανάλογες, βέβαια, με το
παράπτωμα. Όταν π.χ. ένας έλεγε πολλά, δηλαδή έλεγε λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, τότε τον τιμωρούσαν με έναν τρομερό τρόπο.

Του έδιναν ένα ειδικό χόρτο που ήταν υποχρεωμένος με το μάσημα να το κάνει πολτό μέσα στο στόμα του. Το χόρτο, όμως, αυτό ήταν αγκαθωτό, στυφό και αρκετά σκληρό, τόσο που κατά το μάσημα στο στόμα του πρηζόταν και η γλώσσα, το ελατήριο δηλαδή της τιμωρίας του, άνοιγε, μάτωνε και γινόταν ίνες-ίνες, κλωστές-κλωστές, δηλαδή, όπως είναι τα μαλλιά.

Από την απάνθρωπη τιμωρία βγήκε και η παροιμιώδης φράση : «μάλλιασε η γλώσσα μου«, που τις λέμε μέχρι σήμερα, όταν προσπαθούμε με τα λόγια μας να πείσουμε κάποιον για κάτι και του το λέμε πολλές φορές.

Μου έφυγε το καφάσι: Στα Τούρκικα καφάς θα πει κεφάλι, κρανίο. Όταν, λοιπόν, η καρπαζιά, που έριξαν σε κάποιον είναι δυνατή λέμε :» του έφυγε το καφάσι», δηλαδή, του έφυγε το κεφάλι από τη δύναμη του κτυπήματος.

Το ίδιο και όταν αντιληφθούμε κάτι σπουδαίο, λέμε :»μου έφυγε το καφάσι» , δηλαδή, μου έφυγε το κεφάλι από τη σπουδαιότητα

Τουμπεκί: «Τουμπεκί » λέγεται τουρκικά ο καπνός για τον αργιλέ, που τον κάπνιζαν στα διάφορα καφενεία της παλιάς εποχής. Τον αργιλέ τον ετοίμαζαν οι «ταμπήδες» των καφενείων και επειδή αυτοί έπιαναν την κουβέντα κι αργούσαμε τον πάνε στον πελάτη, εκείνος με τη σειρά του φώναζε: «κάνε τουμπεκί ».

Όσοι κάπνισαν ναργιλέ ήταν και από φυσικού τους λιγομίλητοι και δεν τους άρεσε η «πάρλα», οι φλυαρίες. Με τις ώρες κρατούσαν στα χείλη τους το «μαρκούτσι» του ναργιλέ, απολαμβάνοντας μακάρια και σιωπηλά το τουμπεκί, που σιγόκαιγε στο λούλα.

Και αν κάνεις, που κι αυτός κάπνιζε ναργιλέ δίπλα του, άνοιγε πλατιά κουβέντα, οι μερακλήδες της παρέας του έλεγαν: « Κάνε τουμπεκί», δηλαδή, κάπνιζε και μη μιλάς. Τώρα για το « ψιλοκομμένο » τουμπεκί, ήταν η τέχνη του «ταμπή» να του το προσφέρει ψιλοκομμένο, που ήταν και καλύτερο.

Έφαγε το ξύλο της χρονιάς: Στο Βυζάντιο οι δάσκαλοι ήταν, σχεδόν όλοι, καλόγεροι και παπάδες. Φυσικά, έδερναν κι αυτοί τους μαθητές, αλλά μόνο μια φορά το χρόνο. Δηλαδή τον Αύγουστο, που σταματούσαν τα μαθήματα – για να ξαναρχίσουν, πάλι, τέλη Σεπτεμβρίου – κάθε μαθητής ήταν υποχρεωμένος να περάσει από τον παιδονόμο, για να φάει το. .ξύλο του.

Έτσι είχαν την εντύπωση, ότι τον ένα μήνα, που θα έλειπαν από το σχολείο, θα ήταν φρόνιμοι. Από αυτό βγήκε και η φράση: «έφαγε το ξύλο της χρονιάς του«, που τη λέμε, όταν μαθαίνουμε, πως κάποιος τις έφαγε για τα καλά.

Κάποιο λάκο έχει η φάβα: Σε όλα τα μέρη που τρώνε φάβα ανοίγουν ένα λάκκο και ρίχνουν μέσα λάδι, γιατί η φάβα βράζεται μόνο με το νερό της . Από ‘δω έχουμε και τη γνωστή φράση «κάποιο λάκκο έχει η φάβα».

Έφαγε το καταπέτασμα: Για εκείνους που τρώνε πάρα πολύ, τους αδηφάγους ή τους άρπαγες, συνηθίζουμε να μεταχειριζόμαστε την έκφραση αυτή. Παραπέτασμα, κουρτίνα, στόρι, ίσως και τραπεζομάντηλο. Στη φράση αυτός που πήρε ακόμα και το «αταπέτασμα» ή κατά άλλους έφαγε ακόμα και το τραπεζομάντηλο….τόση πείνα είχε….

Θα σε κάνω του αλατιού: Η φράση «θα σε κάνω του αλατιού» βγήκε από τον τρόπο που γίνονται οι σαρδέλες και γενικά όλα τα ψάρια, όταν παστώνονται με αλάτι. Ζαρώνουν και χάνουν την όμορφη εμφάνισή τους. Έτσι λοιπόν, θα τον κάνει όταν τον δείρει, όπως το ψάρι στο αλάτι.

Να τραβάς τα μαλλιά σου: Φράση που τη μεταχειρίζεται κανείς, όταν θέλει να πει σε κάποιον ότι θα τον κάνει να πονέσει, θα τον καταστρέψει . Η φράση προήλθε από το έθιμο να τραβάνε τα μαλλιά τους αυτοί που πενθούν, αυτοί που θρηνούν.

Κάποιος φούρνος γκρέμισε: Παλαιότερα, τα σπίτια ενός χωριού μετριόντουσαν με τους. ..φούρνους τους. Οι χωρικοί, δηλαδή, δεν έλεγαν ότι» το χωριό μου έχει τόσα σπίτια» αλλά» τόσους φούρνους», επειδή κάθε σπίτι είχε και το δικό του φούρνο, για να ψήνει το ψωμί του.

Όταν λοιπόν στα χωριά πέθαινε κανένας νοικοκύρης, οι φίλοι του έλεγαν: «Ο φούρνος του μπάρμπα Νότη γκρέμισε«, εννοώντας ότι με το θάνατο του αρχηγού της οικογένειας, το σπίτι γκρέμιζε, χανόταν. Από τη μεταφορική λοιπόν αυτή φράση, βγήκε η έκφραση «Κάποιος φούρνος γκρέμισε» που τη λέμε, όταν μας επισκέπτεται κάποιος, που έχουμε να δούμε πολύ καιρό.

Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του: Στα παλιά τα χρόνια τα κουρσάρικα πλοία είχαν πλήρωμα συνήθως κωπηλάτες, που οι περισσότεροι ήταν συνήθως κατάδικοι (άνθρωποι των κατέργων – δηλ. πλοίο που δούλευαν στο πλοίο).

Όταν λοιπόν ο αέρας έπεφτε και το καράβι έπρεπε να συνεχίσει την πορεία του, μια φωνή δυνατή ξεσήκωνε απ’ το ξαπόσταμά τους, τους ανθρώπους αυτούς: «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του». Ήταν η διαταγή να καθίσουν και πάλι στα κουπιά, στους μακρινούς ξύλινους πάγκους.

Του Κουτρούλη ο Γάμος: Κατά τη διαπόμπευση κουρεύανε τον «αμαρτήσαντα«, τον έκαναν δηλαδή «κουτρούλη» (από το κούτρα, που θα πει κεφάλι) κι ύστερα άρχιζε η περιφορά στους δρόμους και στις πλατείες της βασιλεύουσας των πόλεων.

Γινόταν πραγματικό πανδαιμόνιο, με τενεκέδες, σάπια φρούτα, λεμόνια που του πετούσαν, τα κουδούνια που του κρεμούσαν, και τις καμπάνες που τις χτυπούσαν, για να τον υποδεχτούν.

Της κρέμασαν κουδούνια: Αυτοί που παρακολουθούσαν το θέαμα της διαπόμπευσης, δεν τους αρκούσε που άκουγαν βρισιές και τα διάφορα πειράγματα, αλλά για να γίνεται περισσότερος θόρυβος τους κρέμαγαν διάφορα καμπανάκια (κουδούνια) ή τους υποδεχόντουσαν με κωδωνοκρουσίες.

Καβάλησε το καλάμι: Είναι μια έκφραση που ίσως προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτεςτο έλεγαν για να πειράξουν τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος αγαπούσε πολύ τα παιδιά του και όταν ήταν μικρά έπαιζε μαζί τους, καβαλώντας, σαν σε άλογο, ένα καλάμι.

Κάποια μέρα όμως τον είδε ένας φίλος του σε αυτή την στάση και ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και το είπε σε άλλους, για να διαδοθεί σιγά – σιγά σε όλους και να φθάσει στις μέρες μας, με αλλαγμένη την ερμηνεία του (το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα).

Κάνει την πάπια: Στη βυζαντινή εποχή, αυτός που κρατούσε τα κλειδιά του παλατιού -ο κλειδάτορας- ονομαζόταν Παπίας. Με τον καιρό αυτό το όνομα έγινε τιμητικός τίτλος, που δίνονταν σε διάφορους έμπιστους αυλικούς. Κάποτε – όταν αυτοκράτορας ήταν ο Βασίλειος Β’ – Παπίας του παλατιού έγινε οΙωάννης Χανδρινός, άνθρωπος με σκληρά αισθήματα, ύπουλος και ψεύτης.

Από τη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα, άρχισε να διαβάλει τους πάντες. Όταν κάποιος τού παραπονιόταν πως τον αδίκησε έλεγε υποκριτικά «Είσαι ο καλύτερός μου φίλος. Πως μπορούσα να πω εναντίον σου στον αυτοκράτορα;» Η διπροσωπία του αυτή έμεινε κλασική στο Βυζάντιο.

Γι’ αυτό, από τότε, όταν κανείς πιανόταν να λέει κανένα ψέμα στη συντροφιά του ή να προσποιείται τον ανήξερο, οι φίλοι του του έλεγαν ειρωνικά «Ποιείς τον Παπία;» Φράση που έμεινε ως τα χρόνια μας με μια μικρή παραλλαγή.

Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά: Έχει τις ρίζες του στο Βυζάντιο. Την εποχή λοιπόν που οι Τούρκοι προσπαθούσαν να καταλάβουν την Πόλη, χρησιμοποιούσαν εμπορικά πλοία στα οποία έδεναν ένα μικρό καραβάκι από πίσω προκειμένου να μεταφέρουν τα πυρομαχικά.

Το καραβάκι αυτό είχε σχήμα αχλαδιού. Έτσι λοιπόν όταν οι φρουροί των τειχών έβλεπαν ένα τέτοιο πλοίο καταλάβαιναν από το καραβάκι ότι ήταν πολεμικό και όχι εμπορικό. Φώναζαν λοιπόν για να προειδοποιήσουν τους υπολοίπους «Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά»αναφερόμενοι στο καραβάκι με τα πυρομαχικά.

Αλαμπουρνέζικα: Ακαταλαβίστικα, σε ακατάληπτη γλώσσα. Αβέβαιη η εξήγηση – ετυμολογία της. Ίσως πρόκειται για δυο λέξεις (αλά Μπουρνέζικα) – όπως λέμε αλά Γαλλικά- δηλ. στη διάλεκτο της φυλής Μπουρνού, που ζει σε μια περιοχή του Σουδάν, η οποία για τους περισσότερους είναι ακατανόητη…

Κατ’ άλλη άποψη, ο αρχικός τύπος της λέξης, που στη συνέχεια παρεφθάρη, ήταν αλιβορνέζικα, δηλ. πράγματα θαυμαστά και ασυνήθιστα που προέρχονται από το Λιβόρνο της Ιταλίας. Σύμφωνα με μια τρίτη εκδοχή, η λέξη σχηματίστηκε από το ιταλικό alla burla, που σημαίνει στ’ αστεία.

Εκείνος πήγε, τον βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή «βεντέτα» ανάμεσα σε δύο οικογένειες, που κράτησε για πολλά χρόνια. Ωστόσο, από το δραματικό αυτό επεισόδιο, που το προξένησε μια ανόητη πρόληψη, βγήκε και έμεινε παροιμιακή η φράση: «Για ψύλλου πήδημα».


Αυγά σου καθαρίζουν; Τη λέμε δε, όταν βλέπουμε κάποιον να γελά χωρίς λόγο και αφορμή. Μια φορά το χρόνο, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν -για να τιμήσουν την Αφροδίτη και το Διόνυσο- μ’ έναν πολύ τρελό και παράξενο τρόπο: Κάθε 15 Μαΐου, έβγαινε ο λαός στις πλατείες και άρχιζε τον «πετροπόλεμο» με. αυγά μελάτα!

Χιλιάδες αυγά ξοδεύονταν εκείνη την ημέρα για διασκέδαση κι ο κόσμος γελούσε ξεφρενιασμένα. Τα γέλια αυτά εξακολουθούσαν για βδομάδες ολόκληρες. Στη γιορτή αυτή δεν έπαιρναν μέρος μονάχα οι πολίτες, που ήταν κατώτερης κοινωνικής θέσης, αλλά και ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι, στρατηγοί, άρχοντες, Ρωμαίες δεσποινίδες και αυτοκράτορες καμιά φορά. π. χ. ο «αυγοπόλεμος» ήταν μια από τις μεγάλες αδυναμίες του Νέρωνα, που πετούσε αυγά στους αξιωματικούς και τους ακόλουθους των ανακτόρων του, χωρίς να είναι η μέρα της γιορτής των αυγών. Στο Βυζάντιο φαίνεται πως η γιορτή έγινε της μόδας, για πολύ λίγο διάστημα όμως.

Σε πολλά βυζαντινά κείμενα, αναφέρεται συχνά, αλλά μόνο με δύο – τρία λόγια. Έτσι από το περίεργο αυτό έθιμο – που η αιτία του χάνεται στα βάθη των αιώνων – έμεινε η ερωτηματική φράση: «αυγά σου καθαρίζουνε;».

Κατά φωνή κι ο γάιδαρος: Από τα αρχαία χρόνια, οι άνθρωποι αγαπούσαν αυτό το ζώο, όχι μόνο για την υπομονή, αλλά και την αντοχή του στη δουλειά. Η ιστορία αυτής της φράσης έχει να κάνει με τονΦωκίωνα που ετοιμαζόταν να επιτεθεί στους Μακεδόνες του Φιλίππου, αλλά δεν ήταν και τόσο βέβαιος για το αποτέλεσμα, επειδή οι στρατιώτες του ήταν λίγοι.

Τότε αποφάσισε, από ότι έχουμε διαβάσει, να αναβάλει για λίγες μέρες την επίθεση του, ώσπου να του στείλουν τις επικουρίες, που του είχαν υποσχεθεί οι Αθηναίοι. Πάνω, όμως, που ήταν έτοιμος να διατάξει υποχώρηση, άκουσε ξαφνικά τη φωνή ενός γαϊδάρου στο στρατόπεδο του:

- Κατά φωνή κι ο γάιδαρος... είπε τότε.

ΛΙΑΝΑ ΚΑΝΝΕΛΗ: «ΕΜΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟ»


PDF Εκτύπωση E-mail



altΤο Άγιον Όρος, την τύχη την αγαθή είχα να το πρωταντικρίσω εγώ πετώντας μ' ένα «Μιράζ 2000» πάνω απ' τον Άθω πέρυσι τέ­τοιες μέρες. Ήταν το δώρο των φρου­ρών του Αιγαίου, όπως έκτοτε απο­καλώ τους πιλότους της πολεμικής μας αεροπορίας, για τη γιορτή των αρχαγγέλων, τη δική τους, προς μία δημοσιογράφο που επιμένει να με­τράει τις αναχαιτίσεις των απέναντι κι όχι τις παραβιάσεις τους...

Λέγω «τύχη αγαθή» κι ας με πουν μελοδραματική, όσοι δεν ένιωσαν το προνόμιο να αεροζυγιάζονται με τα σύννεφα. Να περιδιάβαιναν τις κατοι­κίες των αγγέλων. Να βλέπουν μ' ό­λα τα κύτταρα του φθαρτού σώματος τους, την προσευχή ως αύρα χαρμο­λύπης να εγκολπώνεται σκήτες και μοναστήρια, τις κατοικίες των ερα­στών μιας ταπεινότητας, που αντέχει χίλια χρόνια τώρα να υπερασπίζεται με πίστη κι αγάπη τους πολλούς και άπιστους.
Όταν διάβασα στις εφημερίδες πως δύο κοινοτικές κυρίες αξιωμα­τούχοι βγήκαν να μας επιτιμήσουν που επιμένουμε στο Άβατον του «Πε­ριβολιού της Παναγιάς» μας, ανάμε­σα σε κάτι φληναφήματα περί ισότη­τας των δύο φύλων, διακρίσεις κι άλ­λα τέτοια εκ του πονηρού, όταν τα έργα απάδουν των μεγαλοστομιών, στην αρχή γέλασα. Ύστερα δημοσιο­γραφικών πονηρεύτηκα, ανησύχησα, για να οργιστώ εντέλει από το ενδε­χόμενο να πρέπει να είμαι συνεχώς σε ...αγιορείτικη επιφυλακή.

Ήθελα να τις έχω μπροστά μου με ελληνικό κρασί και ψωμοτύρι, σε ά­γιες νύχτες ανοιξιάτικες, να μυρίζει αγιόκλημα και θυμάρι, να σκάνε μέσα στα ρούχα του ορθολογισμού τους και να τους μιλάω ώρες για τον έρωτα της ελευθερίας. Να προσπαθώ να τους πω πως για μας εδώ, τους ενα­πομείναντες και τις εναπομείνασες, ρωμιούς και ρωμιές, ο έρωτας είναι που έφερε το Άβατον του Ορους. Και πως στην κλίμακα των δικών μας α­ξιών, όπου θα βρεις κομουνιστή να κάνει το σταυρό του και παπά με το ντουφέκι να υπερασπίζεται τα ντουβάρια του και ελεύθερους πολιορκη­μένους και γυναίκες να χορεύουν κα­τά γκρεμού και μιαν Ανάσταση ακατα­νόητη, αφού πεθαίνεις με την πίστη πως ο θάνατος με θάνατο νικιέται.

Πώς να τους πω όμως, πως εμείς μαθημένοι να πληρώνουμε περατατζίδικα στο Χάρο, με τραγούδια σαν το «έβαλε ο θεός σημάδι παλικάρι στα Σφακιά κι ο πατέρας του στον Ά­δη άκουσε μια ντουφέκια», έχουμε μια Παναγιά που δεν είναι σαν τη Μαντό­να τους και κηδεύει το παιδί της με «Ω γλυκύ μου έαρ γλυκύτατον μου τέκνον πού έδυ σου το κάλλος...». Τι να τους πω; Πως το Άβατον το σεβά­στηκαν επί τετρακόσια χρόνια οι μου­σουλμάνοι κατακτητές μας; Πως, ό­ποτε κατατρεγμένος, διωγμένος λα­ός, γυναικόπαιδα, έτρεξαν να κρυ­φτούν στο Άγιον Όρος. Το Άβατον ήρθη, όπως με την Αγάπη και για την Αγάπη αίρεται ως και η ελευθέρια;

Θα με κοίταζαν ωσάν κάτοικο άλ­λου πλανήτη αν τους έλεγα πως, ό­ποιος προσπαθήσει να παραβιάσει το Άβατον θα βρει σ' αυτό το τρίτο πόδι της Χαλκιδικής ως άπαρτο ανάχωμα, πρώτες και καλύτερες τις γυναίκες αυτού του τόπου που δεν μετράνε την «ελευθερία» και τα «δικαιώματα τους» με το μέτρο που κονταίνει την πίστη των ανδρών τους. Πως δεν συλ­λογίζονται με το μέτρο των δήθεν δη­μοκρατών που καμώνονται τους υπε­ρασπιστές των ανθρωπίνων δικαιω­μάτων και αποδέχονται την αποικιο­κρατική πολιτική, τα στρατηγικά συμ­φέροντα με χώρες βαφτισμένες «χώ­ρες του τρίτου κόσμου» και το εμπάρ­γκο στα παιδάκια του Ιράκ, ως το α­παραίτητο μέτρο συνετισμού της η­γεσίας τους.

Ποιος θα τολμήσει και κυρίως ποια γυναίκα πολιτικός να αντιπαρατεθεί σε μια στάση ζωής ελληνίδας γυναί­κας που ακόμη κι όταν πονάει και δεν καταλαβαίνει γιατί ο γιος της αφιε­ρώνεται στο Χριστό και χάνεται στο «Περιβόλι της Παναγιάς» το μόνο που δε σκέφτεται είναι να αντιπαρατεθεί στη βούληση του Άλλου, πατώντας εκεί όπου η ίδια δοξάζεται ως γυναί­κα όσο πουθενά αλλού. Είναι παρά­λογο, λοιπόν, το Άβατον; Πόσο; Ίσως. όχι τόσο για μας όσο το... πολιτισμέ­νο γεγονός να υπάρχουν κέντρα δια­σκέδασης στη Δύση όπου οι πορτιέ­ρηδες αποφασίζουν ποιος μπαίνει μέ­σα και ποιος όχι, με μόνο κριτήριο την όψη, τα ρούχα και τον...αέρα κοσμικό­τητας που αποπνέουν. Πώς να το κα­ταλάβει το Αβατον αυτή η Δύση; Που ό,τι δεν κατανοεί, όπου αδυνατεί να αισθανθεί τον όποιο Άλλο με συγκα­τάβαση, οταν δεν μπορεί να ηθικολο­γήσει κατά τα καλά και συμφέροντα της, επεμβαίνει, κατακτά, καταπιέζει, βιαίως «εκπολιτίζει», πλούσια σε προσχήματα και λογικοφανή τεχνά­σματα, χρήματα και όπλα, βέτο σε διε­θνείς οργανισμούς κι άλλα πολλά πα­ρόμοια.

Όσο η Κύπρος θα χωρίζεται από μια γραμμή αίματος βαφτισμένη πρά­σινη για τις δυτικές συμμαχικές α­νάγκες. Όσο οι πλούσιοι δυτικοευρω­παίοι θα αναζητούν σεξουαλικό του­ρισμό ανήλικων στη Άπω Ανατολή ως ...διάλειμμα στις μπίζνες. Όσο ένα κε­φάλι κυανοκράνου θα βαραίνει όσο μια χιλιάδα ανώνυμοι νεκροί σε μαύρη, ά­σπρη, κίτρινη, χώρα επιρροής τους. αυτοί οι υπερασπιστές δήθεν, των αν­θρωπίνων δικαιωμάτων και της ισό­τητας δήθεν των φύλων, ούτε να μι­λούν επιτρέπεται για το Αβατον του Άθω. Νισάφι πια! Εκτός κι αν αληθεύ­ουν οι πληροφορίες πως τάχαμου η Ουνέσκο για να πατήσει πόδι εκεί όπου της λένε πως υπάρχουν θησαυ­ροί, με σταυροψυχάρεια τερτίπια και κατάλληλη διπλωματική εκμετάλλευ­ση της βαλκανικής πολυεθνικότητας των μονών, μηχανεύεται να θέσει υ­πό την προστασία της το Άγιον Όρος. Στον τόπο μας κάποιος πρέπει να τους πει όλων αυτών των προστατών πως την προστασία αυτήν εμείς, άν­δρες και γυναίκες, τη λέμε νταβατζι­λίκι, την απεχθανόμαστε και την πα­τρίδα ακόμη και με Εφιάλτες δικούς μας, δεν την βγάζουμε στο κλαρί. Τη δε πίστη μας που δεν ξέπεσε ποτέ στην κοσμικότητα των συγχωροχαρτιών, την υπερασπιζόμαστε με αίμα.

Άλλωστε, πως να κατανοήσουν ό­λοι αυτοί οι προστάτες και οι προ­στάτιδες δυνάμεις πως εμείς την Πα­νάγια την έχουμε Αρχιστράτηγο, Υπέρμαχο και τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια και την έργω αγάπη μας καταθέτουμε πανηγυρικώς, ψάλλο­ντας Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε.

Σ' αυτήν την Ορθόδοξη «πόρτα» του Ουρανού, οι δικοί μας άντρες μάς αφήνουν εμάς τις αγαπημένες τους κέρβερους. Και βρυχώμεθα κάθε που κάποιος ή κάποια βαφτίζει «πολιτι­κή», το ανίερο δικαίωμα να παρεμβαί­νει στην ιερότητα της προσευχής που δεν καταλαβαίνει. Αν δε, προσπαθή­σει να την ...εφαρμόσει κιόλας, δα­γκώνουμε.

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ

ΚΥΠΡΟΣ 1974

Όταν οι Έλληνες πολεμούν σαν Μπικάκης

ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ

Ο ΗΡΩΑΣ ΠΟΥ ΤΣΑΚΙΣΕ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ

Η άγνωστη ιστορία του, από τότε που δημοσιεύτηκε κυρίως στο διαδίκτυο, κάνει τους Έλληνες που νοιάζονται να ριγούν από συγκίνηση, μα και να σφίγγουν τα δόντια από αγανάκτηση! Όμως ένα είναι βέβαιο. Καθένας που θα διαβάσει για τούτο το παλικάρι, θα νιώσει πως δίκαια του αξίζει μια θέση δίπλα στους μεγαλύτερους Ήρωες του Ελληνισμού! Και καθένας θα θελήσει να γίνει «Μπικάκης» σαν έρθει η ώρα να ξοφλήσει η Ελλάδα τους λογαριασμούς της με τους παρανοϊκούς Στρατηγούς της Τουρκίας, που κρατώντας σε στρατιωτική κατοχή τη μισή σχεδόν Κύπρο για 35 ολόκληρα χρόνια και παραβιάζοντας σχεδόν καθημερινά την Ελλάδα, παραβιάζουν την Ειρήνη, αλλά και την υπομονή του Θεού, που θα αποδώσει κάποτε Δικαιοσύνη…


ΚΑΤΑΔΡΟΜΕΑΣ ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ

ο Έλληνας «Ράμπο»


«...Η προδοσία της Κύπρου βρίσκεται σε εξέλιξη, ο Αττίλας προχωρά και οι Καταδρομείς βρίσκονται στην Μεγαλόνησο να υπερασπιστούν τα πάτρια εδάφη. Ανάμεσα σ’ αυτούς ένας απόγονος των Μινωιτών τοξοτών, του Δασκαλογιάννη, του Γιαμπουδάκη, ο καταγόμενος από το χωριό Ασή Γωνιά, στα σύνορα Ρεθύμνου – Χανίων, καταδρομέας Μπικάκης, μια ηρωική μορφή των μαχών, ανάμεσα σε όλες τις άλλες των Ελλήνων πολεμιστών της Α΄ Μοίρας της ΕΛΔΥΚ και των Κυπρίων καταδρομέων.


Η μοίρα χωρίζεται σε ζευγάρια έχοντας βαρύ οπλισμό, μερικά οπλοπολυβόλα και ΠΑΟ. Σε ένα από αυτά ο Μπικάκης μαζί με τον έτερο κρητικό Μπιχανάκη καλούνται να υπερασπιστούν την περιοχή αριστερά της αντιπροσωπίας της “Ford”, γνωστό ως ανώνυμο λόφο αφού οι Τούρκοι προωθούνται στα προάστια της Λευκωσίας.


Ο Μπιχανάκης μεταφέρει και εναποθέτει 8 βλήματα ΠΑΟ και ο Μπικάκης με το ΠΑΟ του παρατηρεί τον χώρο και το πεδίο βολής που του έδινε.
Υπό συνεχή βροχή από όλμους των 4,2 χιλιοστών των Τούρκων, ο Μπικάκης μετακινείται προς άλλο σημείο, πιστεύοντας ότι ο Μπιχανάκης τον είχε αντιληφθεί, όμως απορροφημένος από την μεταφορά των βλημάτων, δεν είδε την μετακίνηση του Μπικάκη και αμέσως άρχισε να τον καλεί χωρίς να λαμβάνει απάντηση. Γύρισε πίσω και ανάφερε την απώλεια του συντρόφου του. Όμως ο Μπικάκης ζει και με την σειρά του ψάχνει τον σύντροφο του, νομίζοντας ότι σκοτώθηκε. Δεν παίρνει απάντηση, αφού το μόνο που ακούει είναι οι εκρήξεις από τους όλμους των Τούρκων!


Παρόλο που γνωρίζει ότι είναι μόνος, δεν λιποψυχεί αλλά μένει στη θέση του, ακολουθώντας τις εντολές που είχε. Μία ανεπανάληπτη και ανορθόδοξη αναμέτρηση ανάμεσα στον ΑΝΘΡΩΠΟ και στις μηχανές.
Τοποθετεί το βλήμα, φέρνει το ΠΑΟ στον ωμό του και το μάτι του στην διόπτρα.
Έρχονται 6 άρματα Μ-48-Α2 και πίσω τους ένα Τουρκικό Τάγμα Πεζικού!

Στα 300 μέτρα εγκλωβίζει το 1ο άρμα και στα 270 μέτρα το κάνει παλιοσίδερα, αναγκάζοντας τα δυο άτομα του πληρώματος να το εγκαταλείψουν!

Αλλάζει θέση, εγκλωβίζει το 2ο άρμα και το τυλίγει στις φλόγες χωρίς να γλιτώσει κανείς!

Στα 200 μέτρα καταστρέφει και το 3ο άρμα, ενώ οι Τούρκοι τον ψάχνουν σαν τρελοί, αλλάζει θέση και καταστρέφει και το 4ο μην αφήνοντας κανένα ζωντανό!!!


Τα δυο εναπομείναντα άρματα φοβούνται και κρύβονται, όμως
το 5ο κάνει το λάθος και εμφανίζεται δίνοντας την ευκαιρία στο Μπικάκη να το στείλει από εκεί που ήρθε!

Το 6ο και τελευταίο οπισθοχωρεί ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει 700 μέτρα μακριά από τον Μπικάκη, αυτός όμως το καταστρέφει και αυτό! Τα πληρώματά τους, που μέρες πριν έκαιγαν άμαχους, γυναίκες, ιερείς και παιδιά, κάηκαν σε λίγα λεπτά από τον μοναχικό Κρητικό εκδικητή! Θαρρείς κι ήταν ένα μακάβριο παιγνίδι θανάτου, που από Θεία θέληση έπρεπε να το κερδίσει ο Άνθρωπος…


Οι Τούρκοι πεζικάριοι βλέποντας το θάνατο μπροστά τους τρέχουν να καλυφθούν στη σχολή Γρηγορίου. Τα δυο εναπομείναντα βλήματα του Μπικάκη ρίχνονται στο ισόγειο και στον δεύτερο όροφο του κτιρίου! Ποσά πτώματα μέτρησαν οι Τούρκοι στο κτίριο δεν μαθεύτηκε ποτέ…


Παρέμεινε τέσσερις μέρες χωρίς τροφή, πολεμώντας με ένα πολυβόλο, που βρήκε πεταμένο στον διπλανό λόφο και έχοντας δίπλα του τη φωτογραφία της Ελένης που τον περίμενε στη Κρήτη!.


Ο Καταδρομέας Μπικάκης (όπως και κανένας άλλος Αξιωματικός ή οπλίτης από όσους έλαβαν μέρος στην άνιση τούτη Μάχη) δεν έλαβε ποτέ κάποια ηθική αμοιβή ή έπαινο! Η πρόταση του Διοικητού του, για άμεση απονομή του
Χρυσούν Αριστείου Ανδρείας, έμεινε για πάντα στα συρτάρια των "ΗΓΕΤΩΝ".

Από ένοχη σιωπή; Από ντροπή; Από προκατάληψη; Κανένας ποτέ δεν έμαθε…


Όταν απολύθηκε από το Στρατό, εργάστηκε σαν οικοδόμος. Έκανε οικογένεια και παιδιά. Άφησε την τελευταία του πνοή σε τροχαίο ατύχημα το 1994, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, φεύγοντας από τη ζωή - όπως κι άλλοι μαχητές Καταδρομείς, Ελδυκάριοι και κυβερνήτες των Νοράτλας - με
την πίκρα της μη αναγνώρισης…


Τιμήθηκε μετά θάνατον από την Λέσχη Καταδρομέων Ημαθίας. Η τιμητική πλακέτα απεστάλη από τον - εν ζωή τότε - Πρόεδρο της Λέσχης Δρούγκα Στέφανο, στους Γονείς του στην Κρήτη…


Κανένας Δάσκαλος ή ιστορικός δεν μίλησε ποτέ στους μαθητές του γι αυτόνΚανένας ποιητής δεν αφιέρωσε λίγη απ τη σοφία του για κάποιες αράδες από λέξεις…έστω για ένα τραγούδι.


Σε ολάκερη την Ελλάδα, μήτε στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κρήτη, δεν υπήρξε ποτέ κάποιος δρόμος που να χωρέσει το όνομά του…»


Εμμανουήλ Μπικάκης, ένας μεγάλος, σύγχρονος εθνικός Ήρωας Πολέμου,

που κρύψανε οι άνανδροι, για να μην φαίνεται τόσο ανυπόφορη η ανανδρία τους…

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

TO ANEKΔΟΤΟ

Κάποιος αγοράζει πανάκριβο και ολοκαίνουργιο τζιπ. Το βράδυ το παρκάρει κάτω από το σπίτι του.
Περνάει πιτσιρικάς, κοιτάει το τζιπ, τού 'ρχεται φαεινή ιδέα, βγάζει σουγιά και πλάι στην ένδειξη 4Χ4 χαράζει στη λαμαρίνα =16!
Το πρωί ο τύπος τραβάει τα μαλλιά του. Πάει στην αντιπροσωπεία, όπου δέχονται να του αλλάξουν το καπό, μια που δεν συμπλήρωσε ούτε μέρα που πήρε το αμάξι...
Το ίδιο βράδυ ξαναπερνάει ο πιτσιρικάς, βλέπει το 4Χ4 να αστράφτει πάλι, ξαναβγάζει το σουγιά και ξαναχαράζει στη λαμαρίνα =16.
Το άλλο πρωί ο ιδιοκτήτης στα πρόθυρα εμφράγματος ξαναπάει στην αντιπροσωπεία.
- Κοιτάξτε κύριε, του λένε εκεί, δυστυχώς υπάρχουν πολλά τέτοια παλιόπαιδα και το ίδιο πρόβλημα το 'χουν κι άλλοι ιδιοκτήτες τζιπ. Για να μην κάνετε συνέχεια αυτή τη δουλειά λοιπόν, εμείς έχουμε φτιάξει μια πατέντα, όπου κολλάμε ένα μεταλλικό πλαίσιο πάνω στο πίσω κάπο, το οποίο γράφει 4Χ4=16, με όμορφα καλλιτεχνικά γράμματα. Κι έτσι δεν έχουν πια τι να γράψουν και γλιτώνετε. Αν παρατηρήσετε θα δείτε πολλά τζιπ με αυτό το κόλπο. Τι λέτε;
Τι να πει... βάζει το μεταλλικό πλαίσιο με 4Χ4=16 και επιστρέφει σπίτι.
Το βραδύ περνάει ο πιτσιρικάς, βλέπει το 4Χ4=16 και προβληματίζεται. Ξύνει το κεφάλι για λίγο και τελικά βγάζει το σουγιά και χαράζει στο κάπο ακριβώς από κάτω:
ΣΩΣΤΟΟ
OOOOΣ...!!!!!!!!

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Mια συγκλονιστική ιστορία. “ Της τα έδωσα της Πατρίδος και τα δύο.”






Ήμουν στο Ναυτικό το 1952 και βρισκόμουνα στη Πλατεία Κλαυθμώνος, όχι όπως είναι σήμερα. Οι νεότεροι δεν γνωρίζουν πάρα πολλά από τα παλιά και απορούν οπόταν ακούν ορισμένα γεγονότα του τότε.
Εκείνη τη στιγμή έπεφτε ο ήλιος και θα γνωρίζετε ότι με τη δύση του, γίνεται υποστόλη της σημαίας. Τότε το Υπουργείο Ναυτικού ήταν εκεί και η σημαία κυμάτιζε ακόμα στο κτήριο. Σήμερα είναι άλλες υπηρεσίες του Ναυτικού. Τότε πάντα κάθε πρωί, θα θυμούνται οι παλίοι, γινόταν έπαρση σημαίας και σταματούσαν τα πάντα, όπως και στη δύση του ηλίου γινόταν υποστολή. Ήταν στιγμές ωραίες , απίθανες που ζούσαν τότε οι άνθρωποι.
Το άγημα αποδόσεως τίμων στο χώρο του, και ακούμε το σαλπιγκτή να δίνει το σύνθημα για την υποστολή της σημαίας. Το άγημα παρουσιάζει όπλα. Ο αξιοματικός χαιρετά και παίζεται ο Θούριος. Όλοι οι παριστάμενοι εκεί και οι περαστικοί, οπώς και εγώ σταθήκαμε σε στάση προσοχής.
Αποδίδεις με αυτό τον τρόπο την τιμή στο ιερό μας σύμβολο, στη γαλανολευκή σημαία. Εκείνη τη στιγμή που οαρμόδιος αξιωματικός χαιρετά, η ματιά του πέφτει λοξά και βλέπει κάτι παράξενο, και η ψυχή του ταράζεται, για αυτό που θα σας πώ παρακάτω.
Τελειώνοντας η διαδικασία της υποστολής της σημαίας, οι διαβάτες συνεχίζουν το δρομο τους, ενώ εγώ από παρέμεινα από συνήθεια λίγο ακόμα. Τότε βλέπω το νεαρό αξιωματικό να κατευθύνεται θυμωμένος πρός ένα γεροδεμένο πλανόδιο καστανά. Βλέπετε τότε η πλατεία ήταν κενή και στις γωνίες ήταν πάντα στιλβωτές (λούστροι) και καστανάδες που μας λείπουν τώρα.
Και του είπε : “ γιατί δεν σηκώθηκες όρθιος για να τιμήσεις τη σημαία μας. Δεν έχεις φιλότιμο κλπ “ .
Ο άνθρωπος έμεινε βουβός, εγώ παρακολούθησα έντρομος και φοβερά συγκλονισμένος το τι έγινε. Μετά βλέπω τον καστανά ότι έγινε κατακόκκινος και άρχισε να τρέμει.
Ήθελε να φωνάξει, αλλά βλέπω με έκπληξη ότι συγκρατείται, σκύβοντας το κεφάλι του άρχισε να κλαίει με λυγμούς.
Όμως συνέρχεται γρήγορα σκουπίζει τα δάκρυα του και με πολλή δύναμη των χεριών του ( αυτά ήταν γερά ) στυλώνει το σώμα του δυνατά, σπρώχνει τον πάγκο του με τα κάστανα μπροστά και φωνάζει με όλη τη ψυχη του, στο νεαρό αξιωματικό δυνατά “ πώς να σηκωθώ κύριε Της τα έδωσα της Πατρίδας και τα δύο” και σηκώνει τα μπατζάκια του παντελονιού οπού φάνηκαν δύο πόδια κομμένα πάνω απο το γόνατα.
Και ξαναρχίζει να κλαίει. Ο κόσμος όπως και εγώ γύρω του κλαίει και χειροκροτεί, όμως περισσότερο απο όλους κλαίει ο νεαρός αξιωματικός.
Έχουν περάσει περίπου 60 χρόνια. Ποιος ξέρει τι γίνεται. Εκείνη τη στιγμή έγινε κάτι το αλησμόνητο, φοβερή σκηνή για Όσκαρ. Ο αξιωματικός σκύβει και αγκαλιάζει και φιλά τον καστανά, και στη συνέχεια στέκεται ευθυτενής μπροστά στον ήρωα και φέρνει το δεξί του χέρι στην άκρη του γείσου του πηλίκίου του και τον χαιρετά στρατιωτικά.
Του απονέμει “ τας κεκανονισμένας τιμάς” που δεν μπόρεσε εκείνος τυπικά να αποδώσει στη σημαία μας, γιατι της χάρισε και τα δύο πόδια στα βορειοηπειρώτικα βουνά μας για να μπορεί να κυμματίζει σήμερα ψηλά η κυανόλευκη σημαία σε λεύτερη πατρίδα.
Και οι άλλοι, οι πολλοί να μπορούν να πηγαίνουν με γρήγορο βήμα στις ειρηνικές απασχολήσεις τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι περνούν μπροστά απο έναν ήρωα του αλβανικού μετώπου, τον Έλληνα ήρωα πολεμιστή, όποιο επάγγελμα και να χει.
Άλλοι δεν μιλούν, άλλοι όμως ειρονεύονται.
Γι αυτό οι νέες γενιές πρέπει να μάθουν, να διδαχθούν απο την οικογένεια και το Σχολείο για το Επος του 1940.
Για το καλό της Πατρίδας μας.
*ΔΗΜΗΤΡHΣ ΝΤΟΥΛΙΑΣ ΠΛΩΤΑΡΧΗΣ Π.Ν. εα